Ήταν πάνω από 60 χρονών.
Υπέρβαρος.
Με προβλήματα αναπνευστικά.
Διαβήτη.
Πίεση.
Κυρίως.
Χώρια όλα τα υπόλοιπα.
Θείος μου καλό.
Γαμπρός στο σόι της μάνας μου.
Με αγαπούσε.
Τον αγαπούσα.
Καημός του ήταν,
που δεν παντρευόμουν.
Μία των ημερών κρύωσε.
Άσχημα.
Καλπάζουσα πνευμονία.
Έμεινε ξερός στα χέρια της θείας μου.
Που ειδοποίησε άμεσα τα παιδιά τους.
Και το 166.
Έξι άνθρωποι ζορίστηκαν.
Να τον μεταφέρουν στο ασθενοφόρο.
Πεθαμένο.
Μέχρι να φτάσουν στο νοσοκομείο
το «γιατρουδάκι»,
τον είχε επαναφέρει
στη ζωή.
Άκουσε τον εξάψαλμο.
Παρουσία των συγγενών.
Από τον τότε προϊστάμενο
της εντατικής.
Όπου τον έβαλαν.
Συνδεδεμένο με ότι μηχανήματα είχαν.
Γιατί τον επανέφερε στη ζωή;
Αφού δεν έχει πια ζωή.
Είπε στις ξαδέλφες μου να ετοιμάζονται για κηδεία.
Δεν θα ζούσε πάνω από 24 ώρες.
Στη καλλίτερη των περιπτώσεων.
Και αν δεν βελτιωθεί,
θα σταματήσουν τα μηχανήματα.
Με την άδεια τους.
Ομόφωνη όμως.
Κάποια στιγμή το βράδυ πετάχτηκα να μάθω νέα.
Τα ξαδέλφια μου με τα ξαδέλφια τους,
από το άλλο σόι,
ετοιμαζόντουσαν για τη κηδεία.
Μνήματα, νεκρόκασες και όλα λοιπά μακάβρια.
Είχαν συμφωνήσει να σταματήσουν την επομένη τα μηχανήματα.
Αν δεν υπήρχε βελτίωση.
Για να μην τυραννιέται.
Δεν ξέρω τι με έπιασε.
Τους έβαλα τις φωνές.
Αν αυτός ο άνθρωπος.
Είχε μία ευκαιρία στο δισεκατομμύριο να ζήσει.
Δεν έπρεπε να του τη στερήσει κανείς.
Ούτε οι γιατροί.
Ούτε τα παιδιά του.
Ο θείος τελικά άντεξε.
Σε μία βδομάδα βγήκε από την εντατική.
«Περιμένω να παντρευτείς και μετά θα πεθάνω.»
Μου είπε μόλις με είδε.
Χαμογελαστός.
Ροδοκόκκινος.
Ζωηρός.
Τον κράτησαν λίγες ημέρες ακόμα
και τον έστειλαν σπίτι του.
Έζησε αρκετά χρόνια ακόμα.
Τα τελευταία κατάκοιτος.
Έζησε όμως.
Χωρίς να με δει παντρεμένο τελικά.
Μετά από αυτό το γεγονός.
Μάθημα ζωής.
Είδα με άλλο μάτι.
Τη ζωή.
Δυνάμωσα τις αντοχές μου με αισιοδοξία.
Για το οτιδήποτε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου